Έγινε αυτό που έπρεπε να γίνει: τη γνωρίζεις το καλοκαίρι σε αυτές τις μεικτές παρέες αγοριών κοριτσιών που πιάνουν μόνες τους όλο το μπαρ όταν βρίσκονται σε πλήρη σύνθεση και είναι μοιάζουν σαν να προήλθαν από κάποια σιωπηρή ανταλλαγή πληθυσμών. Περνάτε δέκα μέρες ζάχαρη. Λέτε να το συνεχίσετε και μετά.
Οι πρώτες δέκα μέρες χώρια, επειδή είχατε ήδη κανονίσει και κάπου αλλού να πάτε διακοπές, περνάνε σαν νερό. Επιστροφή στην πόλη που μοιάζει λες και κάθε της στενό είναι έτοιμο από καιρό να φιλοξενήσει το πάθος σας. Για δύο μέρες. Την τρίτη έπρεπε να φύγει, να πάει στον τόπο διαμονής της. Έμενε Λονδίνο και εσύ Αθήνα. Γιατί, ναι, ήταν μεν από την Αθήνα, αλλά δούλευε στο Λονδίνο.
«Είχα πάει για μεταπτυχιακό και ενώ ήμουν έτοιμη να επιστρέψω βρήκα δουλειά. Πρακτική για έξι μήνες. Είπα να δοκιμάσω. Με κράτησαν και έχω κλείσει ένα χρόνο εκεί. Ναι θέλω να επιστρέψω κάποια στιγμή, γιατί μην φανταστείς ότι αμείβομαι και πλουσιοπάροχα εκεί όπου είμαι, αλλά αν δεν έχω βρει πρώτα κάτι εδώ, δεν φεύγω. Θα φύγω μόνο αν δεν την παλεύω άλλο –και ακόμα την παλεύω μια χαρά». Έτσι σου είπε από την περίπου πρώτη στιγμή που γνωριστήκατε. Ήξερες και ήξερε.
Σχέση από απόσταση το θέμα μας λοιπόν. Τη συνέχεια της ιστορίας θα στην πω μετά. Γιατί προφανώς η ίδια ιστορία δεν λέει και κάτι. Μπορείς να αλλάξεις τον τόπο γνωριμίας, μπορείς να αλλάξεις το Λονδίνο με Θεσσαλονίκη, την Αθήνα με Ηράκλειο, τη δουλειά με σπουδές, στη θέση του γράφοντος να φανταστείς το Γιάννη από την Πάτρα και στη θέση εκείνης την Ελένη από την Ξάνθη, και πάλι στο ίδιο ακριβώς σημείο θα βρίσκεσαι.
«Θα μπλέξεις»
Αυτή είναι περίπου η μόνιμη κατάληξη κάθε κουβέντας που κάνεις με τρίτους για το θέμα. Αυτό σου λένε οι φίλοι σου. Αυτό σου λένε οι γνωστοί σου. Αυτό σου λέει ο εαυτός σου. Αυτό σου λέει η μάνα σου προσθέτοντας «κοίτα τώρα να ξοδεύεις τα λεφτά σου στα πέρα δώθε». Αυτό σου λέει η κυρία που έχει το ψιλικάτζιδικο, που το έχει μάθει από την κυρία Πίτσα απέναντι, που το έχει μάθει από τη μάνα σου. Αυτό λέει ο πατέρας σου, συμπληρώνοντας «έλα τώρα να μου δείξεις κάτι στο λαπτοπ».
Τι ξέρεις, αλλά δεν νοιάζει. Και μεταξύ μας καλώς δεν νοιάζει.