Το έχω κόψει το πολύ σινεμά. Κυρίως γιατί δεν έχω χρόνο. Η ιδανική φάση είναι να πηγαίνεις καμιά καθημερινή μετά τη δουλειά. Όπου δεν είναι πήχτρα και το μυαλό σου θ’ αντέξει.
Αν όμως έχει γίνει ζόρικη η φάση στο γραφείο, δεν την παλεύεις με τίποτα και αναγκάζεσαι να διαλέξεις το Σαββατοκύριακο. Και εγώ διάλεξα να κάνω αυτή τη μεγάλη βλακεία Σάββατο βράδυ. Βλάκας με περικεφαλαία.
Όταν μεγαλώνεις ξεχνάς πως στο σινεμά μαζεύει λογής-λογής ανθρώπους. Κάνεις το λάθος να σκεφτείς την αίθουσα σαν το σαλόνι σου. Όπου όλα είναι χαλαρά, όπου δεν υπάρχει φασαρία, που μπορείς να σταματήσεις την ταινία οποιαδήποτε στιγμή για κατούρημα χωρίς να ανησυχείς κλπ κλπ. Θα έχεις καταλάβει πως αυτά τα σκηνικά δεν παίζουν στο σινεμά – εκτός από το να χουφτώνεις την δικιά σου ενώ βλέπετε το έργο. Μεγαλώνοντας όμως ανακαλύπτεις και κάτι ακόμα: ότι το σινεμά είναι και αυτό, όπως τόσα άλλα, μία μικρογραφία της κοινωνίας μας.
Βέβαια για να το εμπεδώσεις πρέπει να τη φας. Και εγώ την έφαγα καλά. Στα θρίλερ συνήθως δεν γίνονται παρατράγουδα. Από την άποψη δηλαδή ότι το κοινό που μαζεύουν είναι πάρα πολύ συγκεκριμένο. Είναι άνθρωποι που ξέρουν πως για να παρακολουθήσεις θρίλερ χρειάζεσαι ησυχία και αφοσίωση. Όταν ψιθυρίζεις δεξιά και αριστερά, δύσκολα θα το παρακολουθήσεις και ακόμη δυσκολότερα θα το χαρείς. Έτσι όταν έπαιρνα το εισιτήριο για να δω το remake του «It» δεν περίμενα πως θα ζούσα αυτό το σκηνικό.
Το κακό βέβαια το είχα δει να έρχεται. Διότι όταν περιμένουν έξω από την αίθουσα περίπου 30 πιτσιρίκια που με το ζόρι φτάνουν 14 χρονών, δεν έχεις και τους καλύτερους οιωνούς.
Την κρυάδα την φάγαμε από τα «προσεχώς» και τις διαφημίσεις. «Ψου-ψου», πειράγματα, σφαλιάρες, μπινελίκια. Ως ένα σημείο τα καταλαβαίνεις. Δηλαδή οκ. Παιδιά είναι και σκέφτεσαι πως στην ηλικία τους η ίδια μαλακία έδερνε και σένα. Αλλά ρε φίλε όχι κατά την διάρκεια της ταινίας. Όχι όταν έχουν πέσει οι τίτλοι αρχής και ξεκινάς να μπαίνεις σιγά-σιγά στην ατμόσφαιρα.
Σου μιλάω τίμια και ωραία: τα πιτσιρίκια δεν έβαλαν γλώσσα. Φωνές κακό και γέλια. Και το τελευταίο να ξέρετε ήταν το χειρότερο και ειδικά σε μία ταινία σαν το Αυτό. Τι το αστείο υπάρχει σε μία σκηνή όπως εκείνη που ο κλόουν σέρνει τον Τζόρτζι στους υπονόμους; Θα πεις «έλα Κώστα γεροπαράξενος έγινες». Όχι ρε φίλε. Αν έχεις 5 προβολές την ημέρα σε 3 διαφορετικές αίθουσες, βάλε μία βραδινή μόνο για ενήλικες. Φτάσαμε στο σημείο όπου σηκωνόντουσαν τα ζευγάρια και έβριζαν τα πιτσιρίκια. Να γελούν αυτά, να δαγκώνομαι εγώ να μην αποκεφαλίσω κανένα και φτάσαμε στο σημείο που ήρθε άνθρωπος από το σινεμά να παρακαλέσει για ησυχία. Όσο και αν παρακάλεσε, ησυχία δεν βρήκε. Η φάση συνεχίστηκε με γέλια, φωνές, πειράγματα και την πίεση μου να με φέρνει στα πρόθυρα εγκεφαλικού.
Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που έφυγα από σινεμά στο διάλειμμα (τοπικός κινηματογράφος που κάνουν διαλείμματα). Μαζί με εμένα και 2-3 ακόμα πιο ενήλικες παρέες, που έκαναν παράπονα στους ανθρώπους του κινηματογράφου. Κάποιοι μάλιστα ζήτησαν και τα λεφτά πίσω και όχι με ωραίο τρόπο. Δεν θέλω να πιάσω κάποιο σοφιστικέ νόημα πίσω από το όλο σκηνικό. Ξέρω ότι αν τα πιτσιρίκια δεν ήταν ένα ολόκληρο μπούγιο, η φάση δεν θα είχε γίνει σχολική τάξη δημοτικού. Γιατί αυτό θύμιζε. Ούτε καν λύκειο. Η αλήθεια είναι πως δεν με θυμάμαι σαν παιδί να αντιδρώ έτσι, αλλά δεν πρόκειται να κάτσω να το φιλοσοφήσω. Μου έμεινε από αυτό ένα τεράστιο μάθημα.
Ποτέ ξανά θρίλερ σε κινηματογράφο.