Καλό είναι να παρακολουθείς το στυλ, τις τάσεις, αλλά κυρίως να το κάνεις κριτικά. Και κυρίως να το κανιβαλίζεις. Στην τελική, κάθε συζήτηση καταλήγει στο περί ορέξεως κολοκυθόπιτα –αρκεί βέβαια να ξέρεις ποιος είσαι και τι θες και να παραδέχεσαι ότι άλλη χάρη έχει η κολοκυθόπιτα που έφαγες στο στρατό από το «νέοπα» μάγειρα και άλλη αυτή που σου φτιάχνει η γιαγιά σου.
Επειδή λοιπόν όλα είναι θέμα γούστου, επιβάλλεται και η πλάκα. Πλάκα είχαμε κάνει και το λουκ-ξυλοκοπ των lumbersexuals ή με την πρώτη απόπειρα της Stella McCartney να σχεδιάσει γυναικεία ρούχα ή με την τάση να καθιερωθεί το look του αστέγου στις πασαρέλες. Και πλάκα θα κάνουμε με κάθε τι που ξεπερνάει κατά πολύ αυτό λέμε υπερβολή.
Αυτή τη σεζόν θα ζήσουμε στον αστερισμό του πορτοκαλί.Το ψιλοπήραμε χαμπάρι στη διάρκεια των εβδομάδων μόδας, αλλά σιγά –σιγά αρχίζουν να ξεμυτίζουν στα social media και οι street style φωτογραφίες. Μα μπουφάν, μα σκούφο, μα εσώρουχο. Κάτι στο outfit σου πρέπει να είναι πορτοκαλί. Στη χειρότερη πάρε και κουβάλα ένα σωσίβιο. Μπορείς να το πεις και λουκ σημαδούρα ή λουκ Μιτς Μπιουκάναν –χωρίς όμως την Πάμελα, οπότε εκ προοιμίου μιλάμε για αποτυχία.
Όλα καλά ως εδώ. Αλλά όταν βλέπεις να κυκλοφορούν στη Νέα Υόρκη κάπως έτσι, τότε η πλάκα σταματάει.
Γυρισμένο «φλάι» (άντε θα το λέω flight στο εξής για να μη νομίζεις ότι δεν ξέρω); Αλήθεια;
Αδέλφια, αν είστε στα 30 και πάνω καταλαβαίνετε ότι δεχόμαστε επίθεση. Τα γυρισμένα φλάιτ ήταν το σήμα κατατεθέν των ελληνικών κερκίδων στα 90s και κυρίως των οπαδών του ΠΑΟΚ, που έλεγχαν τόσο πολύ τη φάση ώστε έκαναν όλη τη Θύρα 4 πορτοκαλί για πλάκα μέσα σε δύο λεπτά με χορογραφία και ακρίβεια εκτέλεσης που θα ζήλευαν και τα μπολσόι.
Φυσικά, για να μπορείς να γυρνάς το flight θα έπρεπε πρώτα να το είχες –και αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Ο καθείς πολεμούσε με τα μέσα που είχε διαθέσιμα εκείνα τα χρόνια. Άλλος φέρνοντας 20άρια στα αρχαία. Άλλος επειδή έκανε μεροκάματα το καλοκαίρι και το αγόρασε χωρίς να ζητήσει δεκάρα από τους γονείς του. Άλλος ήταν τόσο επιδέξιος στο «μπλα-μπλα» που τούμπαρε τους δικούς του με κάθε πιθανό και απίθανο επιχείρημα, έχοντας φυσικά ως ναυαρχίδα το ακλόνητο «Μα το έχεις πάρει και ο Πάνος και οι γονείς του τον άφησαν».
Τι έχει περάσει ο Νεοϋρκέζος από όλα αυτά; Τίποτα! Μήπως ανεβοκατέβηκε την Ηφαίστου στο Μοναστηράκι, αντιμετωπίζοντας θαρραλέα τα σμήνη «κραχτών» που του έκαναν επίθεση από δεκαπέντε μεριές, μέχρι να αντικρύσει το αντικείμενο του πόθου του; Μήπως είχε κάνει πρόβες στον καθρέφτη του για να μπορέσει να σταθεί με παρρησία απέναντι στο μαγαζάτορα και να του ζητήσει να κόψει κάτι; Μήπως είχε κάνει εμπάργκο στη διοίκηση Βουλινού και δεν πατούσε στην Τούμπα χάνοντας τις παραστάσεις του «παστελωτή» Τζον Αναστασιάδη;
Μην το ψάχνεις. Τίποτα δεν έχει κάνει και ούτε πρόκειται να τα κάνει. Πήγε στο πανάκριβο concept store, το πλήρωσε με κάρτα και θα το φορέσει έτσι ένα εξάμηνο και μετά θα το παρατήσει. Μην περιμένεις να το φορέσει ανάποδα και να πάει μοτοπορεία με παπάκια μέχρι το Madison Square Garden για να γουχάρει τον Καρμέλο Άντονι. Δεν το πονάει και δεν θα το πονέσει. Δεν του αξίζει.
Γιατί το flight το σωστό, το πρόστυχο, το ελληνικό θέλει το τζιν-σωλήνα του (με πατημένα Marlboro στην κωλότσεπη), θέλει και το μαλλί «φράχτη» του, θέλει το «σπαστό» φραπέ του και θέλει και τα γυαλιά ηλίου του φορεμένα 24/7, ακόμα και να βρίσκεσαι στον Βόρειο Πόλο το εξάμηνο που έχει νύχτα. Τόσο απλά. Διαφορετικά είσαι για να φάνε οι αρκούδες, ντεμέκ Νεοϋορκέζε!