Δεν μας χέζεις ρε Πανούση…

Ο νταλαρικός Νίκος Συρίγος βγάζει το καπέλο στον άνθρωπο που πέθανε ξύπνιος κι δεν έζησε κοιμώμενος.

Από τη στιγμή που θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι και τη φωνή του Γιώργου Νταλάρα. Μπορεί και να την έχω ακούσει περισσότερο και από εκείνη του πατέρα μου. Όχι γιατί ο πατέρας μου δεν ήταν, είναι και θα είναι κοντά μου, αλλά επειδή είχε τέτοιο πάθος με τον Νταλάρα που τον ακούγαμε επί καθημερινής βάσης και με οποιαδήποτε ευκαιρία: Σε δίσκο, στο ραδιόφωνο, την τηλεόραση και όταν η τηλεόραση δεν είχε κάποιο πρόγραμμα με Νταλάρα, ο πατέρας μου έβαζε κάποια από τις δεκάδες βιντεοκασέτες με τις εκπομπές/συναυλίες που είχε γράψει για την καθημερινή… κατήχηση.

Κάπως έτσι, αγάπησα και αγαπάω τον Νταλάρα και αντιπαθούσα τον Τζίμη Πανούση. Προσέξτε τον χρόνο, πριν αρχίσετε το κράξιμο. Τον αντιπαθούσα. Μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι ο Πανούσης δεν ήταν κακός άνθρωπος. Το αντίθετο. Και το κατάλαβα, το επιβεβαίωσα στον εαυτό μου, όταν μαζί με τον Κοντό, περάσαμε πριν 2-3 χρόνια κάποιες ώρες μαζί του σε μια συνέντευξη για την «Πράσινη». Μια συνέντευξη που έπρεπε να τελειώσει σε μια ώρα και κράτησε τρεις, αφού στο τέλος, ο Πανούσης είχε τέτοια περιέργεια για τα αθλητικά που ακύρωσε ότι είχε να κάνει για να κάτσει μαζί μας… Είχε φάση…

Ο Τζίμης ήταν μέγας… προβοκάτορας! Ήξερε πότε να χρησιμοποιήσει ένα πρόσωπο προβεβλημένο, ένα πρόσωπο που ήξερε ότι αν θα το «ακουμπούσε» θα γινόταν πανικός, ώστε να περάσει τα άλλα του μηνύματα σε όσους ήθελαν και κυρίως σε όσους δεν ήθελαν να τον ακούσουν. Ο Πανούσης έλεγε τις πιο βαριές φιλοσοφίες σε μια ατάκα… Γιατί ήξερε πως οι νεοέλληνες βαριούνται να ακούσουν, να διαβάσουν, να χρησιμοποιήσουν το μυαλό τους για να ψάξουν το πιο βαθύ, το πιο σύνθετο. Αυτό που δεν θα τους το έδινες με τη μία στο πιάτο. Όπως ήξερε ότι αν δεν έβαζε σε αυτό που έκανε την κόντρα με κάποιο πρόσωπο ευρείας αποδοχής, δεν έβαζε αυτό τον μεγεθυντικό φακό, όσα έλεγε θα τα άκουγαν οι λίγοι, οι φανατικοί του Πανούση αλλά όχι οι πολλοί. Αυτοί που πολλές φορές πήγαιναν να τον ακούσουν για να δουν τι θα πει για τον Νταλάρα. Αλλά μαζί με τον βασιλικό, ο Πανούσης πότιζε και τη γλάστρα. Τη γλάστρα με τα απότιστα μυαλά μας, που για δεκαετίες ολόκληρες κατάπιναν αμάσητα όσα τους σέρβιρε το χαζοκούτι, με τα γνωστά, φυσικά, αποτελέσματα.

 

 

Έκανε το χρέος του κι έφυγε

Θυμάμαι, σαν τώρα, τον  Πανούση να μας λέει, να υποκλίνεται στην τεράστια δύναμη του Ίντερνετ και την ελευθερία που έδινε. Ήταν σαν το παιδάκι που βρήκε κι άλλα παιδάκια για να παίξει. Σαν τον επαναστάτη που αντάμωσε τους συντρόφους του. Σαν τον Ινδιάνο που εκεί που τον είχαν περικυκλώσει οι καουμπόηδες και έλεγε την προσευχή στον Μανιτού, είδε τους άλλους Ινδιάνους να καταφτάνουν για να τον σώσουν. Με τη διαφορά ότι ο Πανούσης ήταν σωμένος. Είχε σώσει το μυαλό του από την οξεία μαλάκυνση

Πέθανε ξύπνιος και δεν έζησε κοιμώμενος. Τη μεγαλύτερη ασέβεια που μπορούμε να κάνουμε στον Πανούση είναι τώρα, μετά θάνατον, να ασχοληθούμε με τις κόντρες του και εν προκειμένω ως… Νταλαρικός που ομιλώ, αυτή με τον Νταλάρα και όχι με τα υπόλοιπα, τα σοβαρά που έχει πει. Τόσο σοβαρά που για να στα περάσει, σε έκανε να πεθαίνεις στα γέλια. Γιατί ο άνθρωπος αυτό που θα τον κάνει να γελάσει ή να στενοχωρηθεί πολύ θα το περάσει στο υποσυνείδητο του. Το αν θα το φέρει ποτέ μπροστά είναι θέμα δικό του… Ο Πανούσης πάντως το χρέος του, το είχε κάνει. Στο έβαλε στο κεφάλι σου το «ξυπνητήρι». Διάβαζες ως Νταλαρικός τι λέει για τον Γιώργο και μαζί διάβαζες και τα άλλα που ήθελε να σου πει. Για τη δεξιά, την αριστερά, την ΕΕ, την πατρίδα… Για όλα.

 

 

Και τώρα που «έφυγε», όσοι διαβάσαμε, ακούσαμε έστω μια από αυτές τις χρήσιμες ατάκες του, αφού ξαναγελάσουμε ας δούμε τι ήθελε πραγματικά να μας πει. Τζίμη, δεν ξέρω πως σε αποχαιρετούν οι άλλοι… Εγώ (ναι αυτός ο Νταλαρικός που είχε έρθει ένα πρωϊνό με τον Μήτσο, σπίτι σου) λέω μόνο αυτό: Δεν μας χέζεις ρε Πανούση, που βιάστηκες τόσο να την κάνεις!



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved