Στοιχειώδης προετοιμασία για βραδινή συγκέντρωση στο σπίτι. Δεν είναι επίσημη, αλλά ούτε και από εκείνες που διεκπεραιώνονται μόνο με φτηνή μπύρα. Σούπερ μάρκετ, καρότσι, προμήθειες για την κάβα. Τα αξιοπρεπή ποτά -και ένα δυο πρωτοκλασάτα που θα τοποθετηθούν σε στρατηγική θέση- συγκροτούν μία άρτια και καλοζυγισμένη πρώτη γραμμή μάχης που μπορεί να ικανοποιήσει τις δύο βασικές απαιτήσεις κάθε καλεσμένου: ποσότητα και ποιότητα αλκοόλ. Υπάρχουν όμως μερικές ελλείψεις στις εφεδρείες. Και τότε κάνω μία διαφορετική σκέψη.
Τσεκάρω τα χαμηλά ράφια, εκεί όπου βρίσκονται αραδιασμένα μπουκάλια με αστεία ονόματα. Ξέρω καλά ότι είναι σκέτο πετρέλαιο, αλλά στις μικρές ώρες που θα τα ανοίξω λίγοι θα το πάρουν χαμπάρι και, επιπλέον, όλοι θα γελάσουν αν μάθουν ότι η «αυθεντική» ρωσική βότκα που πίνουν έχει ένα απίθανο όνομα όπως «Ραχμάνινοφ», «Ρασπούτιν» ή «Ίλαρχος Ζιρκόφ».
Αντί, λοιπόν, να επιβαρύνει το λογαριασμό ένα μπουκάλι επώνυμης βότκας, τοποθετώ στο καρότσι μία ιστορική (ή μυθική) προσωπικότητα της Ρωσίας επί τρία και συνεχίζω. Το έκανα από τσιγκουνιά; Όχι. Το έκανα από έλλειψης υπευθυνότητας ή συναίσθησης της κατάστασης; Ούτε. Το έκανα γιατί μου φάνηκε διασκεδαστικό και αστείο. Τόσο απλό.
Ή μήπως όχι;
Για παράδειγμα, μια ηρωίδα στον «Κλειστό Κύκλο» του Τζόναθαν Κόου διαπίστωσε πόσο μάταιο ήταν να περιμένει τον επίδοξο εραστή της να εγκαταλείψει τη γυναίκα του, όταν τον παρατήρησε τυχαία να στέκεται με περίσκεψη πάνω από δύο βαρέλια με ελιές, προσπαθώντας να θυμηθεί ποιες είναι οι αγαπημένες της συζύγου.
«Συνειδητοποίησα ότι σε τέτοιες μικρές, καθημερινές επιλογές όπως αυτή βασιζόταν ολόκληρη η ευτυχία της ζωής που μοιράζονταν οι δυο τους». Μήπως, λοιπόν, οι δικές μου επιλογές σε χιλιάδες άλλα θέματα, πέραν της βότκας, δεν υπαγορεύονται γενικά από ένα κριτήριο ελαφρότητας, από μία συνειδητή ροπή προς το εύκολο ή -για να αναφερθώ σε μία δήθεν λέξη-κλειδί- στο διαχειρίσιμο; Μήπως αυτό δεν έκανα με αρκετές σχέσεις μου;
Αντιλαμβάνομαι ότι το λογικό άλμα από τη φτηνή βότκα στις ανάλαφρες γυναίκες είναι πιο επισφαλές και από τα να εμπιστευτείς τα «αστεράκια» τυφλού σινεκριτικού, ωστόσο, επειδή οι ταξινομήσεις και οι ταμπέλες είναι πάντα βολικές, όλες αυτές οι μικρές, ανώδυνες και βολικές αποφάσεις σε αυτά τα χιλιάδες άλλα θέματα δεν είναι κάτι περισσότερο από μικρούς προβολείς που φωτίζουν τη μαρκίζα «Ένας ακόμα που γουστάρει τις χαζές».
Μύθοι και τσιχλόφουσκες
Υπάρχει ένα προαιώνιο ερώτημα που απασχολεί πολλές γυναίκες εκεί έξω: πώς, ας πούμε ένας Άρθουρ Μίλερ επέλεγε μία Μονρόε. Τι σκατά έχουν οι bimbos και γοητεύουν ακόμα και αυτούς που δεν θα «έπρεπε» κανονικά να τους γοητεύουν. Είναι, μάλιστα, πιθανόν εξαιτίας τον παραπάνω ερωτηματων, ο χώρος κάτω από το «ένας ακόμα που γουστάρει τις χαζές» να συμπληρωθεί αυτόματα «επειδή είναι όμορφες» ή/και «επειδή είναι ένας ανασφαλής μαλάκας». Παρόλα όλα αυτά, με τις μαρκίζες υπάρχει ένα συγκεκριμένο πρόβλημα: η σειρά στα δεύτερα και τρίτα ονόματα σπάνια ανταποκρίνεται σε μία ελάχιστα αντικειμενική αξιολόγηση.
Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, μερικά πράγματα. Ναι, είναι όμορφη. Διαφορετικά δεν θα υπήρχε λόγος να το συζητάμε. Όσο για τη θεωρία του ανασφαλούς άνδρα, ο οποίος θέλει μία λιγότερο έξυπνη γυναίκα δίπλα του για να τη μανιπουλάρει και να μην αισθάνεται απροστάτευτος απέναντι στο δυναμισμό της, δεν διαθέτει το έρεισμα που της αποδίδεται. Πολλοί λίγοι είναι οι άνδρες που θέλουν αποκλειστικά λιγότερο έξυπνες γυναίκες δίπλα τους.
Το θέμα της ανασφάλειας, ωστόσο, είναι τόσο διαδεδομένο για δύο λόγους. Ο πρώτος σχετίζεται με εμάς, τους άνδρες, που θεωρούμε ότι το επιχείρημα περί δυναμισμού είναι μια σκάλα κινδύνου προκειμένου να φύγουμε από μία σχέση σώοι και αβλαβείς.
Αποτελεί, δηλαδή, μια δικαιολογία, ελάχιστα πειστική, προκειμένου να μην παραδεχτούμε ευθέως ότι δεν περνάμε καλά ή ότι έχουμε βρει κάτι καλύτερο. Οποιοσδήποτε άνδρας του οποίου οι εμπειρίες δεν εξαντλούνται στο pro και το football manager, την αποφεύγει - και καλά κάνει.
Στον δεύτερο λόγο συμπυκνώνεται η κατά κανόνα λανθασμένη ερμηνεία που υιοθετούν οι γυναίκες για έναν χωρισμό. Ο δικός τους δυναμισμός, οι δικές τους επιτυχίες αντιπαραβάλλονται με τη δική μας νωθρότητα/ στασιμότητα. Στην πραγματικότητα, βέβαια, δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Η ίδια αυτή «νωθρότητα» από εμάς περιγράφεται ως μία τάση διάθεση να παραμένουμε φιλήσυχοι.
Ο φιλήσυχος δεν είναι ο βαρετός ούτε αυτός που βάζει τη σχέση στον αυτόματο πιλότο. Θέλει απλώς να έχει ένα-δυο σταθερά σημεία αναφοράς για να μπορεί να πορεύεται. Αυτά τα σημεία είναι η δουλειά του, η δική σου συμπεριφορά, ο τρόπος που αμφότεροι αντιλαμβάνεστε τη σχέση σας. Βλέπω ήδη πολλές πρόθυμες «Αλίκες» να τσακωθούν για το αληθινό νόημα των λέξεων, αλλά αν κοιτάξουν προσεκτικά μέσα από τον καθρέφτη τους δεν πρόκειται να βρουν ούτε τοιχάκι ούτε τον Humpty Dumpty σκαρφαλωμένο στο ρείθρο.
Για να το πούμε και διαφορετικά, είναι λογικό να θυμάσαι ότι μόλις τελείωσε η μεταξύ σας παρτίδα εκείνος σηκώθηκε από το τραπέζι, καληνύχτισε ευγενικά, πήρε το παλτό του από την υποδοχή και έκλεισε ήσυχα την πόρτα πίσω του. Οφείλεις όμως να μην ξεχνάς ότι στην αρχή της ίδια παρτίδας έπαιξε με ανοιχτά χαρτιά. Αν εσύ αυτό το αποκαλείς στασιμότητα, εμείς το λέμε καθαρό παιχνίδι.
Η υπεροχή της ελαφρότητας
Αυτό ακριβώς το καθαρό παιχνίδι απολαμβάνουμε μαζί με εκείνη που είναι λιγότερο έξυπνη. Όλες οι σχέσεις δεν είναιίδιες. Υπάρχουν εκείνες που μοιάζουν με το magnum opusενός συγγραφέα το όποιο γράφεται για χρόνια στο σκοτάδι και ο όγκος του καταλαμβάνει χιλιάδες σελίδες. Τι και αν δεν έχει τυπωθεί ούτε λέξη ή αν κανείς δεν έχει διαβάσει έστω μία αράδα; Η προσμονή και το μυστήριο κάνουν παιχνίδι και δεν έχουν αντίπαλο.
Η προσδοκία ότι ο μεγάλος έρωτας βρίσκεται κοντά δεν είναι αμελητέα. Αρκεί να την έχεις ανάγκη, διότι είναι πιθανό να μη θες μία σχέση για Pulitzer, αλλά απλώς μία μικρή αγγελία «Ενοικιάζεται τριάρι, 83 τ.μ. με αποθηκούλα, διαμπερές, πρόσφατα ανακαινισμένο. Τιμή συζητήσιμη, πληροφορίες...». Απλές κουβέντες. Κάνεις ένα άσπρισμα, μετακομίζεις και κατεβάζεις από το πατάρι μουσκεμένα σεντόνια, κοφτές ανάσες, ιδρώτα που στάζει πάνω σε γυμνά στήθη, ξέπνοα λόγια και υγρές νύχτες. Στο μεταξύ, οι προσδοκίες θα φυλάσσονται μαζί με τα χαλιά στην αποθηκούλα.
Το σεξ είναι επαρκής και αναγκαία συνθήκη για να μπλέξει κανείς με μία χαζή. Εξάλλου, υπάρχουν πολλές πιθανότητες να είναι ανεπανάληπτο. Η «αλαφρόμυαλη» γνωρίζει ότι το σεξ αποτελεί το δυνατό της όπλο, το συγκριτικό της πλεονέκτημα. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι επιφυλάσσει για τον εαυτό της έναν παθητικό ρόλο και θα σπεύσει να ικανοποιήσει αδιαπραγμάτευτα κάθε επιθυμία του παρτενέρ της.
Το αντίθετο: το μυαλό της στροφάρει με τέτοια ταχύτητα και βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από εμάς. Διαισθάνεται το απειροελάχιστο ερωτικό τρεμούλιασμα στην ατμόσφαιρα και, πολύ πριν εμείς καταλάβουμε το παραμικρό, έχει ήδη αρχίσει να χτίζει μία νέα φαντασίωση. Δεν ξέρω πώς εξηγείται, πιθανόν οι γνώσεις για οξυζενέ, ανταύγειες και κουτσομπολιά να αφήνουν αρκετά εγκεφαλικά Megabytes ελεύθερα για άλλα σημαντικότερα θέματα.
Θα ήταν, εντούτοις, άδικο και ανειλικρινές αν μέναμε μόνο στο σκέτο σεξ. Γουστάρουμε πραγματικά την «αλαφρόμυαλη». Γουστάρουμε πόσο ανάλαφρα παίρνει τη ζωή και μας φτιάχνει τη διάθεση, μας διασκεδάζει, ειδικά αν έχουμε και μία έμφυτη ροπή να μην τα παίρνουμε όλα στα σοβαρά. Δεν είναι εύκολο να συμβεί, διότι απαιτείται από μέρος της στυλ και χάρη, αλλά συμβαίνει.
Μερικές φορές, λοιπόν, το κορίτσι που μπορεί να σου μιλήσει –θαρρείς και είναι το σημαντικότερο ζήτημα στον κόσμο- για το πόσο νόστιμα είναι τα μπισκότα Oreο όταν τα βουτάς στο γάλα και δεν έχει ιδέα τι θέλει να κάνει στη ζωή της είναι πιο γοητευτικό από την κατασταλαγμένη ή/και σίγουρη ή/και δυναμική γυναίκα που υπολογίζει τις σχέσεις της σαν μία ακόμα αράδα στο συναισθηματικό της βιογραφικό.
Η γοητεία της συνίσταται στον ανυπόκριτο αυθορμητισμό της, στο γεγονός ότι οι σκέψεις της αφήνουν την ίδια αίσθηση που έχεις όταν ύστερα από πολύ καιρό ανοίγεις στο πατρικό σου το πολυκαιρισμένο παντζούρι του παιδικού σου δωματίου: ακόμα και αν βλέπει στον ακάλυπτο, όλο και κάτι θα υπάρχει που δε το έχεις παρατηρήσει.
Υπάρχουν, λέει, στιγμές που μέσα από αυτές μπορείς να δεις κρυστάλλινα την ιστορία μίας ολόκληρης ζωής. Η πιο σοβαρή απόφαση που θυμάμαι να έχω πάρει σε σούπερ μάρκετ είχε να κάνει με τις χρωμοπαγίδες για το πλυντήριο. Τώρα όμως στέκομαι μπροστά σε ένα ράφι με ποτά και τα πράγματα είναι όντως σοβαρά. Ένα μπουκάλι βότκα. Ποιος να το περίμενε; Δεν βαριέσαι…